Δευτέρα 20 Απριλίου 2009

Πρακτικά 2ης συνάντησης (23.02.2009)

επιμέλεια: Δημοσθένης Παπαδάτος-Σκαρβέλη Σωτηρία

Η αφαίρεση των ιδιοτήτων και άρα των αξιών χρήσης από το σώμα του εμπορεύματος, αφήνει αυτό το τελευταίο με μόνη την ιδιότητα, ότι είναι προϊόν εργασίας. Η αφαίρεση των ιδιοτήτων που κάνουν το σώμα χρήσιμο συνεπάγεται και την αφαίρεση των συγκεκριμένων μορφών εργασίας που προσέδωσαν τις χρήσιμες ιδιότητες. Αυτό που απομένει, συνεπώς, είναι η αφηρημένη ανθρώπινη εργασία, η οποία αποτελεί το κοινό (μέτρο ανταλλαγής) όλων των, ασύμμετρων μεταξύ τους, εμπορευμάτων.(1)
Το residuum των προϊόντων εργασίας είναι η «φαντασματική πραγματικότητα», δηλαδή η ανθρώπινη εργατική δύναμη που έχει ήδη δαπανηθεί, η οποία αποτελεί την κοινή/κοινοτική και κοινωνική ουσία που είναι κοινή σε όλα τα προϊόντα και κάνει αυτά τα τελευταία αξίες, αξίες εμπορευμάτων.
Η αξία του εμπορεύματος έχει ως περιεχόμενο την αφηρημένη ανθρώπινη εργασία, ενώ η ανταλλακτική αξία αποτελεί τον αναγκαίο τρόπο έκφρασης ή την αναγκαία μορφή εμφάνισης της αξίας. Δηλαδή:
αξία: α) περιεχόμενο/(«δραστική») ουσία → αφηρημένη ανθρώπινη εργασία
β) μορφή εμφάνισης της αξίας στην κοινωνία της γενικευμένης εμπορευματικής παραγωγής → ανταλλακτική αξία
Άρα, μια αξία χρήσης (ένα αγαθό) έχει αξία, μόνο γιατί μέσα σε αυτό έχει αντικειμενικοποιηθεί ή υλοποιηθεί αφηρημένη ανθρώπινη εργασία. Κάτι έχει ανταλλακτική αξία γιατί ανταλλάσσεται. Εμμενής ανταλλακτική αξία δεν υπάρχει: η αξία πραγματώνεται στην ανταλλαγή.
Αξία = το γεγονός ότι τα εμπορεύματα είναι προϊόντα εργασίας. Επειδή είναι εμπορεύματα, δηλαδή αντικείμενα ανταλλαγής, εμείς αναγκαστικά τα θεωρούμε αφηρημένα, ως προϊόντα αφηρημένης εργασίας.
Το μέγεθος της αξίας του αγαθού μετριέται επί τη βάση του ποσού/ποσότητας εργασίας που περιέχεται σε αυτό, της δαπανηθείσας εργασίας. Η ποσότητα ίδιας εργασίας μετριέται επί τη βάση της χρονικής διάρκειας, του χρόνου εργασίας.
Άρα, αξία: α) ουσία → αφηρημένη ανθρώπινη εργασία
β) ποσότητα → χρόνος εργασίας
Η αφηρημένη ανθρώπινη εργασία νοείται ως η κοινωνικά μέση εργατική δύναμη, δηλαδή κάτι σαν τον Μ.Ο. όλων των ατομικών εργατικών δυνάμεων, οι οποίες ως τέτοιες εξισώνονται, έτσι ώστε καθεμιά ατομική εργατική δύναμη είναι(/γίνεται) ίδια με κάθε άλλη.
Ο χρόνος εργασίας νοείται ως ο κοινωνικά (μέσος) αναγκαίος χρόνος εργασίας, δηλαδή ο Μ.Ο. του χρόνου εργασίας όλων των ατομικών εργατικών δυνάμεων, ο οποίος καθορίζεται από τους υπάρχοντες κοινωνικά-κανονικούς όρους παραγωγής(2) και τον κοινωνικά μέσο βαθμό επιδεξιότητας και εντατικότητας της εργασίας.

* * *

Ο Μαρξ ως κατασκευαστής υποδειγμάτων: Η κοινωνία της γενικευμένης εμπορευματικής παραγωγής που παίρνει ο Μαρξ ως υπόδειγμα είναι μια Κοινωνία της Αφαίρεσης (Κοστάντζο Πρέβε). Δεν υπάρχει όταν ο Μαρξ γράφει το Κεφάλαιο και μπορεί να μην έχει υπάρξει ακόμα. Έμμεση παρουσίαση αποτελεσμάτων της έρευνάς του: η γενική τάση που αναφαίνεται από την ανάλυση του Καπιταλιστικού Τρόπου Παραγωγής, όπου τα πράγματα είναι ανταλλακτικές αξίες και οι δεσμοί έχουν καταργηθεί, ακόμα και ανάμεσα στους ανθρώπους. Ο Μαρξ δεν αναφέρεται στην πραγματικότητα, αλλά στη δυναμική της, δεν περιγράφει «τα περασμένα», αλλά «τα μελλούμενα».
Δημιουργία αφαιρετικού μοντέλου. Οι όροι της αφαίρεσης είναι το δυσκολότερο: Έχουμε όρους που προκύπτουν ιστορικά και έχουν το στοιχείο της τάσης, η οποία μεθοδολογικά είναι η αρχή βάσει της οποίας γίνεται η αφαίρεση και κατασκευάζεται το μοντέλο (από τη λογική αυτή θα προκύψει ο βεμπεριανός ιδεότυπος). Η αφηρημένη εργασία προκύπτει ως πραγματική αφαίρεση, αφαίρεση από ιδιότητες.
Δεν είναι ο Μαρξ, ωστόσο, αυτός που «κάνει» την αφαίρεση: αυτή γίνεται καθημερινά, στις πιο απλές ανταλλαγές αγαθών.
(1)= Ο Marx δημιουργεί ένα αφαιρετικό υπόδειγμα/μοντέλο, μέσω του οποίου παρουσιάζει τα αποτελέσματα και συμπεράσματα της έρευνάς του, σύμφωνα με τα οποία η κοινωνία ωθείται προς αφαίρεση. Αναφέρεται ουσιαστικά στη δυναμική τάση της κοινωνίας, ενώ μεθοδολογικά ξεκινά η συζήτηση περί ιστορικών προϋποθέσεων συγκρότησης των εννοιών και όρων (οι οποίοι αποτυπώνουν την τάση) για την οικοδόμηση ενός κλάδου.
(2)=Η πρώτη και κρισιμότερη ιστορικο-κοινωνιολογική παραπομπή του Μαρξ: η (μεθοδολογική) συγκρότηση εννοιών λαμβάνεται υπόψην στην ιστορική της διάσταση. Έτσι, η κανονικότητα (και ο Μ.Ο.) είναι ιστορικά καθορισμένη και ως σχεσιακό μέγεθος/έννοια αποτελεί θεμέλιο κρίσιμων προσδιορισμών.

Κυριακή 19 Απριλίου 2009

Πρακτικά 1ης συνάντηση (16.03.2009)

ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
1. ΟΙ ΔΥΟ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΣ: ΑΞΙΑ ΧΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΞΙΑ (ΟΥΣΙΑ ΤΗΣ ΑΞΙΑΣ, ΜΕΓΕΘΟΣ ΤΗΣ ΑΞΙΑΣ)
Παράγραφοι 1-9

§1-3 Τα εμπορεύματα είναι αντικείμενα με διαφορετικές ιδιότητες και αυτή η πλευρά τους, οι διαφορετικές ιδιότητες, τα κάνουν χρήσιμα. Ικανοποιούν τις κάθε λογής ανάγκες του ανθρώπου.
Kάθε χρήσιμο πράγμα πρέπει να το δούμε από δύο πλευρές. Από την πλευρά της ποιότητας, δηλαδή των διαφορετικών ιδιοτήτων του, και από την πλευρά της ποσότητας.
To πως μετράμε το καθένα από αυτά, πως ανακαλύπτουμε, βρίσκουμε, ορίζουμε, τον τρόπο της χρήσης κάθε πράγματος και το μέτρο για τα διάφορα πράγματα, είναι έργο της ιστορίας, δηλαδή ορίζεται ιστορικά.
Τα μέτρα των εμπορευμάτων πηγάζουν άλλοτε από τη φύση των πραγμάτων κι άλλοτε είναι συμβάσεις κοινωνικού χαρακτήρα.

Η αξία χρήσης
§4: Η «ωφελιμότητα ενός πράγματος το κάνει αξία χρήσης»- το κάνει, δεν είναι. Είναι κάτι που γίνεται.
Αξία χρήσης είναι η χρησιμότητα, η ωφελιμότητα ενός πράγματος. Δεν υπάρχει τίποτα αξιολογικό.
« Το ίδιο το σώμα του εμπορεύματος .Είναι αξία χρήσης ή αγαθό» Η παραπομπή στην σωματικότητα δεν είναι τυχαία.
Η φυσική αξία (worth) κάθε πράγματος αντιδιαστέλλεται από τον Μαρξ στην ανταλλακτική (value) αξία που δεν είναι φυσική αξία. Αυτή είναι η σύνδεση με την προηγούμενη κλασσική θεωρία της αξίας και η διαφορά με τη μετέπειτα υποκειμενική θεωρία της αξίας.
« Όταν εξετάζουμε τις αξίες χρήσης, προϋποθέτουμε πάντα μια ορισμένη ποσότητα» Σύνδεση της αξία χρήσης με κάτι το ποσοτικό. Το επιχείρημα αντλείται από τον τρόπο που σκεφτόμαστε για κάτι, ακόμα κι από τις προκαταλήψεις που έχουμε για τα πράγματα. Η ωφελιμότητα είναι πάντα συνδεδεμένη με μια απαίτηση ποσότητας. Όταν χρειάζεσαι κάτι το χρειάζεσαι σε μια ποσότητα, πχ ένα αυγό ή δύο σοκολάτες.

Είδαμε τι είναι η «αξία χρήσης» και τώρα μαθαίνουμε πως πραγματοποιείται.
Μια αξία χρήσης πραγματοποιείται δηλαδή πραγματώνεται, γίνεται πραγματικότητα, στη χρήση ή στην κατανάλωση. Το πράγμα γίνεται χρήσιμο δια της χρήσεως. Επιστροφή στα πραγματικά πράγματα.
Δεν υπάρχει τίποτα που έχει αξία χρήσης δίχως να είναι χρήσιμο. Ο πλούτος υπάρχει μόνο μέσα από χρησιμότητες. Μέσω της οικοδόμησης ενός μοντέλου κοινωνίας όπου τα πάντα είναι εμπορευματοποιημένα ο πλούτος παίρνει και αυτός τη μορφή εμπορεύματος.

«Στην κοινωνική μορφή που έχουμε να εξετάσουμε οι αξίες χρήσης είναι ταυτόχρονα οι υλικοί φορείς της ανταλλακτικής αξίας» Ο όρος «κοινωνική μορφή» είναι λάθος. Το σωστό είναι «μορφή της κοινωνίας», όποια μορφή και να έχει η κοινωνία. Γιατί φορείς; Από το σώμα πήγαμε στη λέξη φορέας. Φορέας- φέρω- κουβαλάω. Ο φορέας της αξίας φέρει τη αξία, είναι το χρήσιμο πράγμα. Άρα χρειάζεται κάπου ένα φορέα αυτή η ιστορία. Σε οποιαδήποτε κοινωνία, κατά τον Μαρξ, κρίνεται απαραίτητη η ύπαρξη ενός φορέα ο οποίος θα φέρει και την ανταλλακτική αξία στην κοινωνία.

Την ανταλλακτική αξία κάποιος χρειάζεται να τη φέρει σωματικά. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα εμπορεύματα πρέπει να έχουν οπωσδήποτε υλική υπόσταση. Παγίδα στην οποία πέφτουν συχνά αρκετοί μαρξιστές.

Η αξία χρήσης δεν συνεπάγεται αναγκαστικά ανταλλακτική αξία.
Σε αυτή την κοινωνία οι αξίες χρήσης αποτελούν και φορείς της ανταλλακτικής αξίας. Οπότε σε άλλη μορφή κοινωνίας είτε δεν αποτελούν, είτε δεν θα είχαμε τέτοιο ζήτημα. Ο Μαρξ φτιάχνει ένα μοντέλο κοινωνίας, δεν περιγράφει το μοντέλο της κοινωνίας όπου ζει. Σε αυτή την κοινωνία που κατασκευάζει οι αξίες χρήσης αποτελούν και φορείς της ανταλλακτικής αξίας.

§5 - 9. Ανταλλακτική αξία
Περάσαμε από την αξία χρήσης στην ανταλλακτική αξία.
«Γιαυτό, η ανταλλακτική αξία [...] ως μια εσωτερική, ενυπάρχουσα ανταλλακτική αξία, σαν contradiction in adjecto»

Η ανταλλακτική αξία μεταβάλλεται στο χρόνο και στον τόπο, και επομένως εμφανίζεται να είναι ως κάτι τυχαίο και σχετικό και ως εσωτερική και εμμενής στο εμπόρευμα. Αυτό το τελευταίο είναι μια αντίφαση στους όρους. Όχι η αντίφαση μεταξύ τυχαιότητας και εσωτερικότητας, αλλά η ίδια η εμμενής ανταλλακτική αξία ενός εμπορεύματος. Εξ ου και η παραπομπή (6) ότι τίποτα δεν μπορεί να έχει ενδόμυχη ανταλλακτική αξία. Ένα εμπόρευμα χρειάζεται πάντοτε και κάποιο άλλο προκειμένου να πραγματοποιηθεί μια ανταλλαγή.

Η ανταλλακτική αξία πχ του χρυσαφιού είναι πχ μετάξι, δεν μπορεί να είναι χρυσάφι. Δεν μπορεί να ορίσει από μόνο του την αξία ως ανταλλαγή. Η ανταλλακτική αξία βάζει στο παιχνίδι και κάποιον άλλο. Εμφάνιση και ουσία.

Ο Μαρξ «τα βάζει» με την εντύπωση της εσωτερικής αξίας.

Αυτό που χαρακτηρίζει την ανταλλαγή των εμπορευμάτων είναι η αφαίρεση από τη χρήση, από την ωφελιμότητα. Η αφαίρεση ως εξομοίωση. Για να τα ανταλλάξουμε τα εμπορεύματα πρέπει να τα εξομοιώσουμε, και για να τα εξομοιώσουμε πρέπει να κάνουμε αφαίρεση των αξιών χρήσης, των ιδιοτήτων τους. Επομένως γίνεται αναφορά στην αφαίρεση ως κοινωνική διεργασία.