Επιμέλεια: Δημοσθένης Παπαδάτος-Αναγνωστόπουλος
Βιβλίο Πρώτο
Μέρος Πρώτο: Εμπόρευμα και Χρήμα
Κεφάλαιο Πρώτο: Το Εμπόρευμα
(από «Σχέση εξέλιξης ανάμεσα στη σχετική μορφή της αξίας και στην ισοδύναμη μορφή» έως «Ο φετιχικός χαρακτήρας του εμπορεύματος και το μυστικό του», σελ. 81-86 § 2)
Η μορφή του ισοδύναμου προκύπτει από την εξέλιξη της σχετικής μορφής της αξίας - της έκφρασης, δηλαδή, της αξίας ενός εμπορεύματος Α ως αξία χρήσης ενός εμπορεύματος Β. Είναι η απλή σχετική μορφή της αξίας αυτή που προσδίδει στο εμπόρευμα Β χαρακτήρα μεμονωμένου ισοδύναμου (τη μορφή, δηλαδή, στην οποία το Α είναι άμεσα ανταλλάξιμο) και είναι από την περαιτέρω ανάπτυξη της σχετικής μορφής της αξίας απ’όπου ένα εμπόρευμα ξεχωρίζει από τα άλλα και αναδεικνύεται σε γενικό ισοδύναμο. Καθώς, λοιπόν, ο Μαρξ έχει κάνει λόγο εξαρχής για κόσμο των εμπορευμάτων, η δημιουργία αυτού του κόσμου δεν οφείλεται στο ισοδύναμο.
Ο Μαρξ υποδεικνύει την αντίθεση της σχετικής μορφής της αξίας προς τη μορφή ισοδυνάμου. Οι δύο μορφές δε συνδέονται με απλές σχέσεις συμμετρίας, αλλά συγκροτούν ισάριθμους πόλους με διαφορετικές, αναλυτικά, λειτουργίες (όσα χαρακτηριστικά δεν έχει ο ένας, τα έχει ο άλλος). Η αντίθεση περικλείεται στην απλή μορφή της αξίας, χωρίς να μπορεί κατ’αρχάς να καταδειχτεί. Αυτό θα συμβεί όταν θα έχουμε περάσει στην εξέταση της χρηματικής μορφής, έπειτα από τρία στάδια ανάπτυξης της μορφής της αξίας (1ο: απλή σχετική μορφή, 2ο: αναπτυγμένη σχετική μορφή, 3ο:γενική-κοινωνική σχετική μορφή, η οποία αφορά ένα και μόνο εμπόρευμα και από την οποία θα προκύψει η –τέταρτη- χρηματική μορφή).
Το γενικό ισοδύναμο – που αποτελεί μορφή της αξίας - δεν συμμετέχει στη γενική-κοινωνική σχετική μορφή, αφού θα ήταν ισοδύναμο του εαυτού του (20 πήχες πανί=20 πήχες πανί)· συνεπώς την αξία του την εκφράζει η σειρά όλων των άλλων εμπορευμάτων, σε συγκεκριμένη βεβαίως αναλογία.
Ενώ κατά το πέρασμα από την απλή (1η) στην αναπτυγμένη (2η) μορφή της αξίας συντελούνται ουσιαστικές αλλαγές, η μετάβαση από την γενική σχετική μορφή (3η) στη χρηματική μορφή της αξίας (4η) σημαίνει απλά ότι μια κοινωνική συνήθεια συνυφαίνεται με τη φυσική μορφή ενός εμπορεύματος όπως, εν προκειμένω, ο χρυσός –αν και όχι οριστικά, όπως υποστηρίζει ο Μαρξ. Ο χρυσός «ανέβηκε» όλες τις «σκάλες» - από την πρώτη στη δεύτερη και από εκεί στην τρίτη μορφή της αξίας – ώσπου να φτάσει να γίνει χρηματεμπόρευμα· το «κατέβασμα» των ίδιων «σκαλιών» μας δείχνει ότι στον πυρήνα της χρηματικής μορφής βρίσκεται η απλή μορφή του εμπορεύματος.
Η έκφραση της απλής σχετικής αξίας, μέσω ενός εμπορεύματος που έχει αναδειχτεί σε χρηματεμπόρευμα, είναι η μορφή της τιμής. Δεδομένου ότι στην εποχή του Μαρξ δεν υπήρχε ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα ανεπτυγμένο στο βαθμό που γνωρίζουμε σήμερα, ο ίδιος δεν ήταν δυνατό να αντιληφθεί ότι το χρηματεμπόρευμα δεν είναι αναγκαία προϋπόθεση για την ανταλλαγή είτε στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς είτε στο διεθνές εμπόριο.
Ενώ ένα κοινό αισθητό πράγμα, θεωρούμενο ως αξία χρήσης ή προϊόν ανθρώπινης εργασίας, δεν έχει τίποτα το μυστηριώδες (δεν αντλεί, δηλαδή, τον «μυστικιστικό» του χαρακτήρα από τους αξιακούς προσδιορισμούς του), αφ’ ης στιγμής εμφανιστεί ως εμπόρευμα, «στέκεται στο κεφάλι» (παραλλαγή του μαρξικού αφορισμού για την εγελιανή φιλοσοφία). Είναι, λοιπόν, η ίδια η μορφή του εμπορεύματος, η ανταλλακτική αξία, που προσδίδει στο εμπόρευμα το «μυστικό» του, εμφανιζόμενη ως φυσική ιδιότητα, ενώ δεν είναι. Μέσω αυτής, η ομοιότητα των ανθρώπινων εργασιών παίρνει την μορφή της αξιακής αντικειμενικότητας των προϊόντων της αξίας, ο χρόνος εργασίας την μορφή της αξίας των προϊόντων εργασίας και οι σχέσεις μεταξύ παραγωγών την μορφή μιας κοινωνικής σχέσης των προϊόντων της εργασίας, «την φαντασμαγορική[1] μορφή μιας σχέσης ανάμεσα σε πράγματα». Στο πλαίσιο αυτό, η σχέση των παραγωγών με τη συνολική εργασία που παράγει εμπορεύματα (με το σύνολο, δηλαδή, των ατομικών εργασιών) φαίνεται ως εξωτερική σχέση, για την κατανόηση της οποίας, ο Μαρξ προσφεύγει στο θρησκευτικό κόσμο: είναι εκεί που τα δημιουργήματα του ανθρώπινου νου μοιάζουν σα να έχουν δική τους ζωή, σχέσεις μεταξύ τους και με τους άλλους ανθρώπους - όπως συμβαίνει με τα δημιουργήματα του ανθρώπινου χεριού, αφ’ ης στιγμής εμφανιστούν ως εμπορεύματα στον κόσμο των εμπορευμάτων (φετιχισμός).
[1] Φαντασμαγορία [φάντασμα + αγορεύω, αρχική σημ. προβολή φανταστικών εικόνων] η δημιουργία φανταστικών παραστάσεων με οπτικά τεχνάσματα (θεατρ.) σκηνική δημιουργία όπου κυριαρχεί το φανταστικό και θεαματικό στοιχείο (μτφ.) καθετί το εντυπωσιακά θεαματικό (Ελληνικό Λεξικό Τεγόπουλος-Φυτράκης, 1993)
Βιβλίο Πρώτο
Μέρος Πρώτο: Εμπόρευμα και Χρήμα
Κεφάλαιο Πρώτο: Το Εμπόρευμα
(από «Σχέση εξέλιξης ανάμεσα στη σχετική μορφή της αξίας και στην ισοδύναμη μορφή» έως «Ο φετιχικός χαρακτήρας του εμπορεύματος και το μυστικό του», σελ. 81-86 § 2)
Η μορφή του ισοδύναμου προκύπτει από την εξέλιξη της σχετικής μορφής της αξίας - της έκφρασης, δηλαδή, της αξίας ενός εμπορεύματος Α ως αξία χρήσης ενός εμπορεύματος Β. Είναι η απλή σχετική μορφή της αξίας αυτή που προσδίδει στο εμπόρευμα Β χαρακτήρα μεμονωμένου ισοδύναμου (τη μορφή, δηλαδή, στην οποία το Α είναι άμεσα ανταλλάξιμο) και είναι από την περαιτέρω ανάπτυξη της σχετικής μορφής της αξίας απ’όπου ένα εμπόρευμα ξεχωρίζει από τα άλλα και αναδεικνύεται σε γενικό ισοδύναμο. Καθώς, λοιπόν, ο Μαρξ έχει κάνει λόγο εξαρχής για κόσμο των εμπορευμάτων, η δημιουργία αυτού του κόσμου δεν οφείλεται στο ισοδύναμο.
Ο Μαρξ υποδεικνύει την αντίθεση της σχετικής μορφής της αξίας προς τη μορφή ισοδυνάμου. Οι δύο μορφές δε συνδέονται με απλές σχέσεις συμμετρίας, αλλά συγκροτούν ισάριθμους πόλους με διαφορετικές, αναλυτικά, λειτουργίες (όσα χαρακτηριστικά δεν έχει ο ένας, τα έχει ο άλλος). Η αντίθεση περικλείεται στην απλή μορφή της αξίας, χωρίς να μπορεί κατ’αρχάς να καταδειχτεί. Αυτό θα συμβεί όταν θα έχουμε περάσει στην εξέταση της χρηματικής μορφής, έπειτα από τρία στάδια ανάπτυξης της μορφής της αξίας (1ο: απλή σχετική μορφή, 2ο: αναπτυγμένη σχετική μορφή, 3ο:γενική-κοινωνική σχετική μορφή, η οποία αφορά ένα και μόνο εμπόρευμα και από την οποία θα προκύψει η –τέταρτη- χρηματική μορφή).
Το γενικό ισοδύναμο – που αποτελεί μορφή της αξίας - δεν συμμετέχει στη γενική-κοινωνική σχετική μορφή, αφού θα ήταν ισοδύναμο του εαυτού του (20 πήχες πανί=20 πήχες πανί)· συνεπώς την αξία του την εκφράζει η σειρά όλων των άλλων εμπορευμάτων, σε συγκεκριμένη βεβαίως αναλογία.
Ενώ κατά το πέρασμα από την απλή (1η) στην αναπτυγμένη (2η) μορφή της αξίας συντελούνται ουσιαστικές αλλαγές, η μετάβαση από την γενική σχετική μορφή (3η) στη χρηματική μορφή της αξίας (4η) σημαίνει απλά ότι μια κοινωνική συνήθεια συνυφαίνεται με τη φυσική μορφή ενός εμπορεύματος όπως, εν προκειμένω, ο χρυσός –αν και όχι οριστικά, όπως υποστηρίζει ο Μαρξ. Ο χρυσός «ανέβηκε» όλες τις «σκάλες» - από την πρώτη στη δεύτερη και από εκεί στην τρίτη μορφή της αξίας – ώσπου να φτάσει να γίνει χρηματεμπόρευμα· το «κατέβασμα» των ίδιων «σκαλιών» μας δείχνει ότι στον πυρήνα της χρηματικής μορφής βρίσκεται η απλή μορφή του εμπορεύματος.
Η έκφραση της απλής σχετικής αξίας, μέσω ενός εμπορεύματος που έχει αναδειχτεί σε χρηματεμπόρευμα, είναι η μορφή της τιμής. Δεδομένου ότι στην εποχή του Μαρξ δεν υπήρχε ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα ανεπτυγμένο στο βαθμό που γνωρίζουμε σήμερα, ο ίδιος δεν ήταν δυνατό να αντιληφθεί ότι το χρηματεμπόρευμα δεν είναι αναγκαία προϋπόθεση για την ανταλλαγή είτε στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς είτε στο διεθνές εμπόριο.
Ενώ ένα κοινό αισθητό πράγμα, θεωρούμενο ως αξία χρήσης ή προϊόν ανθρώπινης εργασίας, δεν έχει τίποτα το μυστηριώδες (δεν αντλεί, δηλαδή, τον «μυστικιστικό» του χαρακτήρα από τους αξιακούς προσδιορισμούς του), αφ’ ης στιγμής εμφανιστεί ως εμπόρευμα, «στέκεται στο κεφάλι» (παραλλαγή του μαρξικού αφορισμού για την εγελιανή φιλοσοφία). Είναι, λοιπόν, η ίδια η μορφή του εμπορεύματος, η ανταλλακτική αξία, που προσδίδει στο εμπόρευμα το «μυστικό» του, εμφανιζόμενη ως φυσική ιδιότητα, ενώ δεν είναι. Μέσω αυτής, η ομοιότητα των ανθρώπινων εργασιών παίρνει την μορφή της αξιακής αντικειμενικότητας των προϊόντων της αξίας, ο χρόνος εργασίας την μορφή της αξίας των προϊόντων εργασίας και οι σχέσεις μεταξύ παραγωγών την μορφή μιας κοινωνικής σχέσης των προϊόντων της εργασίας, «την φαντασμαγορική[1] μορφή μιας σχέσης ανάμεσα σε πράγματα». Στο πλαίσιο αυτό, η σχέση των παραγωγών με τη συνολική εργασία που παράγει εμπορεύματα (με το σύνολο, δηλαδή, των ατομικών εργασιών) φαίνεται ως εξωτερική σχέση, για την κατανόηση της οποίας, ο Μαρξ προσφεύγει στο θρησκευτικό κόσμο: είναι εκεί που τα δημιουργήματα του ανθρώπινου νου μοιάζουν σα να έχουν δική τους ζωή, σχέσεις μεταξύ τους και με τους άλλους ανθρώπους - όπως συμβαίνει με τα δημιουργήματα του ανθρώπινου χεριού, αφ’ ης στιγμής εμφανιστούν ως εμπορεύματα στον κόσμο των εμπορευμάτων (φετιχισμός).
[1] Φαντασμαγορία [φάντασμα + αγορεύω, αρχική σημ. προβολή φανταστικών εικόνων] η δημιουργία φανταστικών παραστάσεων με οπτικά τεχνάσματα (θεατρ.) σκηνική δημιουργία όπου κυριαρχεί το φανταστικό και θεαματικό στοιχείο (μτφ.) καθετί το εντυπωσιακά θεαματικό (Ελληνικό Λεξικό Τεγόπουλος-Φυτράκης, 1993)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου