Επιμέλεια: Ελευθερία Κυρίτση, Μαριάννα Παπαδοπούλου
(από σελ. 87 «Αργότερα οι άνθρωποι» έως σελ. 89 «…στη βάση της εμπορευματικής παραγωγής».)
Ο Μαρξ επισημαίνει ότι παρά τη σπουδαιότητα της επιστημονικής ανακάλυψης ότι τα προϊόντα εργασίας δεν είναι τίποτε περισσότερο από εμπράγματες εκφράσεις της ανθρώπινης εργασίας που δαπανήθηκε για την παραγωγή τους, δεν καταρρίφθηκε τελικά η πλάνη η οποία πίσω από μία καθορισμένη κοινωνική σχέση των ίδιων των ανθρώπων βλέπει σχέσεις ανάμεσα σε πράγματα.
Στην πραγματικότητα αυτό που απασχολεί εκείνους που ανταλλάσσουν προϊόντα, είναι το πόσα προϊόντα θα λάβουν έναντι του δικού τους προϊόντος. Ενδιαφέρονται δηλαδή μονάχα για τις αναλογίες που ισχύουν κατά την ανταλλαγή προϊόντων. Όπως τονίζει μάλιστα ο Μαρξ, φτάνει κάποια στιγμή κατά την οποία οι αναλογίες αυτές λόγω της συνεχούς επανάληψης και της συνήθειας αποκτούν σταθερότητα, με αποτέλεσμα να δίνουν την εντύπωση ότι πηγάζουν από την ίδια τη φύση των προϊόντων εργασίας. Εκείνο που παγιώνει τελικά τον αξιακό χαρακτήρα των προϊόντων εργασίας είναι η ίδια η πραγματοποίησή τους σαν αξιακά μεγέθη. Χαρακτηριστικό γνώρισμα των αξιακών μεγεθών είναι ότι αυτά μεταβάλλονται ανεξάρτητα από τη θέληση των προσώπων που κατέχουν τα προϊόντα εργασίας και κάνουν την ανταλλαγή. Φαίνεται δηλαδή λες και τα πρόσωπα δεν μπορούν να ελέγξουν μία κοινωνική κίνηση η οποία εκπορεύεται από τους ίδιους. Ακόμη και οι ατομικές εργασίες, αν και ασκούνται ανεξάρτητα η μία από την άλλη, συνδέονται ωστόσο μεταξύ τους στη βάση του κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας. Κι αυτό γιατί ο κοινωνικά αναγκαίος χρόνος εργασίας που είναι απαραίτητος για την παραγωγή τους, επιβάλλεται βίαια με τη μορφή ρυθμιστικού φυσικού νόμου στις τυχαίες ανταλλακτικές σχέσεις των προϊόντων των ατομικών εργασιών. Σε κάθε περίπτωση όμως, είναι απαραίτητο να έχει ολοκληρωθεί η ανάπτυξη της εμπορευματικής παραγωγής, προκειμένου η επιστημονική αυτή κατανόηση να επικρατήσει τελικά σαν γνώση που επιβεβαιώνεται μέσα από την ίδια την εμπειρία. Η ανακάλυψη ότι το μέγεθος της αξίας καθορίζεται από το χρόνο εργασίας αναιρεί την απατηλή όψη ότι τα αξιακά μεγέθη των προϊόντων εργασίας καθορίζονται τυχαία, δεν αναιρεί όμως την εμπράγματη μορφή τους.
Όπως αναφέρει ο Μαρξ, πρώτα ολοκληρώνεται ένα προτσές ανάπτυξης και γίνονται ορατά τα αποτελέσματά του, κι έπειτα κατανοείται το περιεχόμενο και ο τρόπος λειτουργίας αυτού του προτσές. Έτσι, το μέγεθος της αξίας προσδιορίστηκε μονάχα όταν έγινε η ανάλυση των τιμών των εμπορευμάτων, ενώ η παγίωση του αξιακού χαρακτήρα των εμπορευμάτων έγινε μετά την χρηματική έκφραση των εμπορευμάτων. Ο ίδιος μάλιστα ασκεί κριτική στην Πολιτική Οικονομία της εποχής του λέγοντας ότι η εδραίωση της ολοκληρωμένης μορφής των εμπορευμάτων –δηλαδή η χρηματική μορφή- αντί να αποκαλύψει τον κοινωνικό χαρακτήρα των ατομικών εργασιών και τις κοινωνικές σχέσεις των παραγωγών τους, τις συγκάλυψε.
Γύρω από τις σχέσεις παραγωγής του εμπορευματικού τρόπου παραγωγής, λοιπόν, οι οποίες είναι ιστορικά καθορισμένες, διαμορφώνονται και οι αντίστοιχες μορφές νόησης. Μόλις όμως βρεθούμε σε άλλες μορφές παραγωγής εξαφανίζεται ο μυστικισμός εκείνος που ξεδιπλώνεται στη βάση της εμπορευματικής παραγωγής και καλύπτει σαν με ένα πέπλο τα προϊόντα της εργασίας.
(από σελ. 87 «Αργότερα οι άνθρωποι» έως σελ. 89 «…στη βάση της εμπορευματικής παραγωγής».)
Ο Μαρξ επισημαίνει ότι παρά τη σπουδαιότητα της επιστημονικής ανακάλυψης ότι τα προϊόντα εργασίας δεν είναι τίποτε περισσότερο από εμπράγματες εκφράσεις της ανθρώπινης εργασίας που δαπανήθηκε για την παραγωγή τους, δεν καταρρίφθηκε τελικά η πλάνη η οποία πίσω από μία καθορισμένη κοινωνική σχέση των ίδιων των ανθρώπων βλέπει σχέσεις ανάμεσα σε πράγματα.
Στην πραγματικότητα αυτό που απασχολεί εκείνους που ανταλλάσσουν προϊόντα, είναι το πόσα προϊόντα θα λάβουν έναντι του δικού τους προϊόντος. Ενδιαφέρονται δηλαδή μονάχα για τις αναλογίες που ισχύουν κατά την ανταλλαγή προϊόντων. Όπως τονίζει μάλιστα ο Μαρξ, φτάνει κάποια στιγμή κατά την οποία οι αναλογίες αυτές λόγω της συνεχούς επανάληψης και της συνήθειας αποκτούν σταθερότητα, με αποτέλεσμα να δίνουν την εντύπωση ότι πηγάζουν από την ίδια τη φύση των προϊόντων εργασίας. Εκείνο που παγιώνει τελικά τον αξιακό χαρακτήρα των προϊόντων εργασίας είναι η ίδια η πραγματοποίησή τους σαν αξιακά μεγέθη. Χαρακτηριστικό γνώρισμα των αξιακών μεγεθών είναι ότι αυτά μεταβάλλονται ανεξάρτητα από τη θέληση των προσώπων που κατέχουν τα προϊόντα εργασίας και κάνουν την ανταλλαγή. Φαίνεται δηλαδή λες και τα πρόσωπα δεν μπορούν να ελέγξουν μία κοινωνική κίνηση η οποία εκπορεύεται από τους ίδιους. Ακόμη και οι ατομικές εργασίες, αν και ασκούνται ανεξάρτητα η μία από την άλλη, συνδέονται ωστόσο μεταξύ τους στη βάση του κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας. Κι αυτό γιατί ο κοινωνικά αναγκαίος χρόνος εργασίας που είναι απαραίτητος για την παραγωγή τους, επιβάλλεται βίαια με τη μορφή ρυθμιστικού φυσικού νόμου στις τυχαίες ανταλλακτικές σχέσεις των προϊόντων των ατομικών εργασιών. Σε κάθε περίπτωση όμως, είναι απαραίτητο να έχει ολοκληρωθεί η ανάπτυξη της εμπορευματικής παραγωγής, προκειμένου η επιστημονική αυτή κατανόηση να επικρατήσει τελικά σαν γνώση που επιβεβαιώνεται μέσα από την ίδια την εμπειρία. Η ανακάλυψη ότι το μέγεθος της αξίας καθορίζεται από το χρόνο εργασίας αναιρεί την απατηλή όψη ότι τα αξιακά μεγέθη των προϊόντων εργασίας καθορίζονται τυχαία, δεν αναιρεί όμως την εμπράγματη μορφή τους.
Όπως αναφέρει ο Μαρξ, πρώτα ολοκληρώνεται ένα προτσές ανάπτυξης και γίνονται ορατά τα αποτελέσματά του, κι έπειτα κατανοείται το περιεχόμενο και ο τρόπος λειτουργίας αυτού του προτσές. Έτσι, το μέγεθος της αξίας προσδιορίστηκε μονάχα όταν έγινε η ανάλυση των τιμών των εμπορευμάτων, ενώ η παγίωση του αξιακού χαρακτήρα των εμπορευμάτων έγινε μετά την χρηματική έκφραση των εμπορευμάτων. Ο ίδιος μάλιστα ασκεί κριτική στην Πολιτική Οικονομία της εποχής του λέγοντας ότι η εδραίωση της ολοκληρωμένης μορφής των εμπορευμάτων –δηλαδή η χρηματική μορφή- αντί να αποκαλύψει τον κοινωνικό χαρακτήρα των ατομικών εργασιών και τις κοινωνικές σχέσεις των παραγωγών τους, τις συγκάλυψε.
Γύρω από τις σχέσεις παραγωγής του εμπορευματικού τρόπου παραγωγής, λοιπόν, οι οποίες είναι ιστορικά καθορισμένες, διαμορφώνονται και οι αντίστοιχες μορφές νόησης. Μόλις όμως βρεθούμε σε άλλες μορφές παραγωγής εξαφανίζεται ο μυστικισμός εκείνος που ξεδιπλώνεται στη βάση της εμπορευματικής παραγωγής και καλύπτει σαν με ένα πέπλο τα προϊόντα της εργασίας.